ΚΥΠΡΟΣ-Η ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΤΗΤΑΣ
Δρ Παναγιώτης Θεοδοσίου
Καθηγητής Χρηματοοικονομικών,
Κοσμήτορας της Σχολής Διοίκησης και Οικονομίας και Μέλος της Διοικούσας Επιτροπής του Τεχνολογικού Πανεπιστήμιου Κύπρου (ΤΕΠΑΚ)
Πολλές ήταν οι συζητήσεις που πυροδότησε η πρόταση της επίτροπου Διοικήσεως, κ. Ηλιάνας Νικολάου, για την ανάγκη άμεσης νομικής κατοχύρωσης των σχέσεων των ομόφυλων ζευγαριών. Οπωσδήποτε οι σεξουαλικές προτιμήσεις είναι προσωπική υπόθεση του κάθε πολίτη και κατά συνέπεια θα πρέπει να είναι σεβαστές από όλα τα μέλη μιας οργανωμένης πολιτείας. 'Αλλωστε η υπεράσπιση της διαφορετικότητας είναι ένα από τα βασικά ευρωπαϊκά κεκτημένα. Βάσει αυτού απαιτείται να γίνουν ενέργειες που σκοπό έχουν τη νομική κατοχύρωση της συμβίωσης των ομόφυλων ζευγαριών.
Στο παρόν άρθρο θα συζητηθούν οι δύο αντίθετες μορφές σχέσεων, οι ετερόφυλες και οι ομόφυλες, εντός ενός πλαισίου κοινωνικοοικονομικών κριτηρίων. Λέγοντας κοινωνικοοικονομικά κριτήρια, εννοώ ότι η όποια λήψη οικονομικών ενεργημάτων από ένα ζευγάρι θα πρέπει να στηρίζεται στην παρούσα και στην αναμενόμενη προσφορά του στην κοινωνική πρόοδο.
Το βασικό γεγονός που προκρίνει μία ετερόφυλη σχέση έναντι μίας ομόφυλης, πάντοτε βάσει κοινωνικοοικονομικών κριτηρίων, είναι ότι μια ετερόφυλη οικογένεια έχει ως ένα κύριο στόχο της την τεκνοποίηση. Η τεκνοποίηση αποτελεί επένδυση σε ανθρώπινο δυναμικό για τη μελλοντική ευημερία της κοινωνίας. Ειδικότερα, οι νέες γενιές, όντας καταρτισμένες και εκπαιδευμένες κατάλληλα, είναι αυτές που θα οδηγήσουν την κοινωνία σε πρόοδο στηρίζοντας ταυτόχρονα μέσω του ασφαλιστικού συστήματος τις προηγούμενες γενιές που συνταξιοδοτήθηκαν ή θα συνταξιοδοτηθούν. Οι ετερόφυλες σχέσεις κατά μείζονα λόγο συνδράμουν την επένδυση ανθρώπινου δυναμικού στην κοινωνία, λόγω τεκνοποίησης. Αυτή η επένδυση σε ανθρώπινο δυναμικό είναι που θα επιφέρει την επιθυμητή ποιοτική, οικονομική και βιώσιμη ανάπτυξη του κοινωνικού συνόλου.
Μία αντίστοιχη επενδυτική συμπεριφορά σίγουρα δεν διαπιστώνεται στην περίπτωση μίας ομόφυλης σχέσης. Οι ομόφυλες σχέσεις λειτουργούν ως επί το πλείστον προς τέρψιν των ατόμων που συμμετέχουν σε αυτές και συμβάλλουν λίγο ή καθόλου στην επένδυση ανθρώπινου δυναμικού στην κοινωνία.
Ασφαλώς η εξίσωση των δύο μορφών σχέσεων πιθανόν να οδηγήσει σε επιδότηση των ομόφυλων σχέσεων σε βάρος των ετερόφυλων και αυτό εξαιτίας της ύπαρξης περιορισμένων πόρων. Το δίλημμα το οποίο αναδύεται σε τούτη την περίπτωση είναι το κατά πόσο επιθυμεί η πολιτεία μας να δώσει κίνητρα στην επένδυση ή απλώς να ενθαρρύνει την κατανάλωση σε βάρος της επένδυσης. Θέση μου είναι ότι πρέπει να ενθαρρύνουμε την επένδυση.
ΠΟΛΙΤΗΣ - 13/06/2010